Αντρέα Γκαμπριέλι
Αντρέα Γκαμπριέλι | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Andrea Gabrieli (Ιταλικά) |
Γέννηση | 1533[1] Βενετία[2][3] |
Θάνατος | 30 Αυγούστου 1585[4][1][5] Βενετία[2][3] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βενετική Δημοκρατία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ιταλικά[6][7] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συνθέτης οργανίστας[8][3] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | αρχιμουσικός εκκλησιαστικής μουσικής[9] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Αντρέα Γκαμπριέλι (Andrea Gabrieli, Βενετία 1532-1533; – Βενετία 30 Αυγούστου 1585) ήταν Ιταλός συνθέτης και οργανίστας, της ύστερης Αναγέννησης. Ήταν θείος του -κάπως πιο διάσημου- Τζιοβάνι Γκαμπριέλι και το πρώτο, διεθνώς αναγνωρισμένο μέλος της Ενετικής Σχολής συνθετών με μεγάλη επιρροή στη διάδοση του βενετσιάνικου ύφους μουσικής σε Ιταλία και Γερμανία.[10]
Βιογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λίγες είναι οι λεπτομέρειες σχετικά με τα πρώτα χρόνια ζωής του Γκαμπριέλι. Πιθανότατα ήταν από τη Βενετία, ίσως από την ενορία του Αγ. Ιερεμία. Μπορεί να ήταν μαθητής του Άντριαν Βίλαρτ στον Άγιο Μάρκο σε νεαρή ηλικία. Από αυτόν διδάχθηκε την τέχνη σύνθεσης πολυφωνικών μοτέτων, δηλαδή χορωδιακών συνθέσεων για τέσσερις ή περισσότερες φωνές.[11] Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι, μπορεί να είχε περάσει λίγο χρόνο στη Βερόνα, στις αρχές της δεκαετίας του '50, λόγω της γνωριμίας του με τον Β. Ρούφο (Vincenzo Ruffo), ο οποίος εργάστηκε εκεί ως διευθυντής παρεκκλησίου (maestro di cappella). Ο Ρούφο είχε δημοσιεύσει ένα από τα μαδριγάλια του Γκαμπριέλι, το 1554, και ο Γκαμπριέλι έγραψε επίσης μουσική για μια ακαδημία της Βερόνα. Είναι γνωστό ότι, ο Γκαμπριέλι ήταν οργανίστας στο βενετικό προάστιο Καναρέτζο (Cannaregio), μεταξύ 1555 και 1557, αλλά οι προσπάθειές του να γίνει οργανίστας στον Άγιο Μάρκο δεν στέφθηκαν με επιτυχία.[10]
Το 1562 πήγε στη Γερμανία, όπου επισκέφθηκε τη Φρανκφούρτη και το Μόναχο. Ενώ βρισκόταν εκεί, συναντήθηκε και έγινε φίλος με τον Ορλάντο ντι Λάσσο, έναν από τους ευρύτερα γνωστούς συνθέτες ολόκληρης της Αναγέννησης, που έγραψε κοσμικά τραγούδια στα γαλλικά, ιταλικά και γερμανικά, καθώς και άφθονη λατινική θρησκευτική μουσική. Αυτή η μουσική σχέση αποδείχθηκε εξαιρετικά γόνιμη και για τους δύο συνθέτες: ο Λάσο έμαθε σίγουρα από τους Βενετούς, ο δε Γκαμπριέλι έφερε στη Βενετία πολλές ιδέες που έμαθε κατά την επίσκεψή του στον Λάσο, όταν ήταν στη Βαυαρία και, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, συνέθετε στια περισσότερα από τα τότε ιδιώματα, μεταξύ των οποίων και σε κάποιο που ο Λάσο απέφευγε συστηματικά: την καθαρά οργανική μουσική.[12] Επισκέφθηκε την Αυλή του Γκρατς στην Αυστρία και, τελικά, μπήκε υπό την προστασία της αριστοκρατικής οικογένειας Φούγκερ στο Άουγκσμπουργκ. Έτσι, τού δόθηκε η ευκαιρία να σταθεροποιήσει τους μουσικούς δεσμούς ανάμεσα στη βενετία και τις καθολικές περιοχές του Βορρά.[11]
Το 1566, ο Γκαμπριέλι επελέγη για τη θέση του οργανίστα στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, ενός από τους πιο διάσημους μουσικούς σταθμούς στη Βόρεια Ιταλία, και τη διατήρησε για το υπόλοιπο της ζωής του. Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα, απέκτησε και διατήρησε τη φήμη ως ένας από τους καλύτερους σύγχρονους συνθέτες. Εργαζόμενος στον Άγιο Μάρκο -εκκλησία με μοναδική ακουστική- μπόρεσε να αναπτύξει το χαρακτηριστικό, μεγαλειώδες τελετουργικό του ύφος, το οποίο είχε τεράστια επιρροή στην ανάπτυξη του ενετικού πολυχωρικού στυλ (δηλαδή, χωριστές χορωδίες, τοποθετημένες σε διαφορετικά σημεία της εκκλησίας, με ανάλογο ηχητικό αποτέλεσμα [11]) και του κοντσερτάντε ιδιώματος που, εν μέρει, καθόρισε την αρχή της εποχής του μπαρόκ στη μουσική.[12] Τα καθήκοντά του στον Άγιο Μάρκο περιελάμβαναν συνθέσεις για σημαντικά τελετουργικά και γιορτές, όπως π.χ. για τις εκδηλώσεις που συνόδευαν τον εορτασμό της νίκης επί των Τούρκων στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) και για τις επισκέψεις πολλών αξιωματούχων από την Ιαπωνία (1585).
Το έργο του Ecclesiasticum Cantionum γράφηκαν για τις μικρότερες τελετές της εκκλησίας, δημοσιεύθηκαν το 1576 και είναι αφιερωμένα σε έναν Βαυαρό πρίγκηπα. Παρουσιάζονται σαν μαδριγάλια, αλλά με ένα πολύ απλοποιημένο μελωδικό ύφος που στερείται του πάθους και της σοβαρότητας της εκκλησιαστικής μουσικής των συνθετών της εποχής.[13] Αργά στην καριέρα του έγινε, επίσης, διάσημος ως δάσκαλος. Ο σημαντικότερος μαθητής του ήταν ο ανιψιός του, Τζιοβάνι Γκαμπριέλι. Επίσης, ο θεωρητικός της μουσικής Λ. Τσακόνι (Lodovico Zacconi), ο Χ. Λ. Χάσλερ (Hans Leo Hassler) ο οποίος έφερε το κοντσερτάντε στυλ στη Γερμανία, και πολλοί άλλοι.
Η ημερομηνία και οι συνθήκες του θανάτου του δεν έγιναν γνωστές παρά μόνο στη δεκαετία του 1980, όταν βρέθηκε το μητρώο που περιείχε την ημερομηνία θανάτου του. Με ημερομηνία 30 Αυγούστου 1585, περιλαμβάνει τη σημείωση ότι, ήταν «περίπου 52 ετών», οπότε η κατά προσέγγιση ημερομηνία γέννησής του έχει συναχθεί από αυτό. Η θέση του στον Άγιο Μάρκο δεν καταλήφθηκε μέχρι το τέλος του 1586 και μεγάλο μέρος της μουσικής του δημοσιεύθηκε μεταθανάτια, το 1587.[10]
Μουσική και μουσικολογικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Αντρέα Γκαμπριέλι υπήρξε παραγωγικός συνθέτης, τόσο θρησκευτικής όσο και κοσμικής μουσικής. Επίσης, έγραψε έργα για μικτές ομάδες φωνών και οργάνων αλλά και καθαρά ενόργανη μουσική, μεγάλο μέρος της οποίας για την -πολύ μεγάλη και με εξαιρετική ακουστική- Βασιλική του Αγίου Μάρκου. Τα έργα του περιλαμβάνουν πάνω από εκατό μοτέτα και μαδριγάλια, καθώς και μικρότερο αριθμό για διάφορα όργανα. Ένα από τα ωραιότερα έργα του είναι το Magnificat, για τρεις χορωδίες, που αναμφισβήτητα προοριζόταν να εκτελεστεί στον Άγιο Μάρκο.[14]
Το πρώιμο στυλ του είναι επηρεασμένο από τον Τ. ντε Ρόρε (Cipriano de Rore), ενώ τα μαδριγάλιά του είναι αντιπροσωπευτικά των τάσεων του 16ου αιώνα. Ωστόσο, ακόμη και στα πρώτα του έργα, είχε μεγάλη προτίμηση για τις ομοφωνικές δομές, προαναγγέλοντας το μεγαλειώδες ύφος των τελευταίων ετών. Μετά τη συνάντησή του με τον Ορλάντο ντι Λάσσο, το 1562, το ύφος του άλλαξε σημαντικά, καθώς ο μεγάλος αυτός συνθέτης τον επηρέασε καταλυτικά. Από τη στιγμή που ο Γκαμπριέλι εργαζόταν στον Άγιο Μάρκο, άρχισε να απομακρύνεται από το γαλλο-φλαμανδικό αντιστικτικό στυλ που κυριάρχησε στη μουσική του 16ου αιώνα. Αντ’ αυτού, εκμεταλλεύτηκε το ακουστικό μεγαλείο των όργανικών/φωνητικών συνόλων παίζοντας αντιφωνικά στη μεγάλη Βασιλική. Επειδή οι χορωδίες ήταν απομακρυσμένες η μία από την άλλη, η γραφή κάθε μίας από αυτές έπρεπε να είναι πού απλή έτσι, ώστε να γίνεται δυνατή η σωστή εκτέλεση. Εξάλλου στα κρεσέντο, όλες οι χορωδίες έπρεπε να εναρμονίζονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε, ο πιο κοντινός σε μια χορωδία ακροατής όπως και ο πιο απομακρυσμένος, να δέχονται την ίδια ακουστική πληροφορία.[13] Η μουσική του, αυτή τη φορά, χρησιμοποιεί επαναλαμβανόμενες φράσεις με διαφορετικούς συνδυασμούς φωνών σε διαφορετικά τονικά ύψη. Αν και η ενορχήστρωση δεν υποδεικνύεται συγκεκριμένα, μπορεί να συναχθεί από τα όργανα της εποχής. Ο Γκαμπριέλι αντιπαραβάλλει με προσεκτικό τρόπο την υφή και την σονοριτέ, για να διαμορφώσει κομμάτια μουσικής με μοναδικό τρόπο, ο οποίος καθόρισε το Βενετικό στυλ των επομένων γενεών.[10]
Βέβαια, ο Γκαμπριέλι δεν συνέθεσε μόνο για τον Άγιο Μάρκο. Από τις σημαντικότερες στιγμές του ήταν η μουσική για μια από τις πρώτες αναβιώσεις ενός αρχαίου ελληνικού δράματος σε ιταλική μετάφραση: στο έργο Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή (Βιτσέντσα, 1585), έγραψε τη μουσική για τα χορωδιακά, τοποθετώντας ξεχωριστές γραμμές για διαφορετικές ομάδες φωνών. Τα χορωδιακά είναι απλά αλλά «πεντακάθαρα» και προδιαγράφουν εκείνα του Ορφέα του Κλαούντιο Μοντεβέρντι, καθώς και άλλων μουσικών δραμάτων των αρχών του 17ου αιώνα.[13]
Αν και η φωνητική μουσική ήταν εκείνη που έδωσε στον Γκαμπριέλι μεγάλη δημοτικότητα, σε Ιταλία και Γερμανία, ίσης αξίας θεωρείται και η μουσική του για το εκκλησιαστοκό όργανο, συχνά αυτοσχεδιαστικού χαρακτήρα. Πολλές από αυτές τις συνθέσεις, κυρίως τοκάτες, προορισμένες να εκτελούνται σε καθορισμένες στιγμές θρησκευτικών τελετών, ξεπερνούν σε δεξιοτεχνία πολλά παρόμοια κομμάτια μεγάλων συνθετών του επόμενου αιώνα, όπως λ.χ. του Τζιρόλαμο Φρεσκομπάλντι. Ωστόσο, υστερούν σε μουσικότητα και είναι λιγότερο ενδιαφέρουσες από μελωδική άποψη.[13]
Πάντως, ο Αντρέα Γκαμπριέλι φαίνεται ότι ήταν απρόθυμος να δημοσιεύσει μεγάλο μέρος της μουσικής του, κάτι που έκανε ο ανιψιός του Τζιοβάνι μετά τον θάνατό του, το 1585.
Κυριότερα έργα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ιερά Τραγούδια (vulgo motecta appellatae) , Βενετία 1565
- Το Πρώτο Βιβλίο Μαδριγαλίων για 5 Φωνές, Βενετία 1566
- Το Δεύτερο Βιβλίο Μαδριγαλίων για 5 Φωνές, Βενετία 1570
- Πρώτο Βιβλίο Λειτουργιών, Βενετία 1572
- Βιβλίο Πρώτο μαδριγαλίων για 3 Φωνές, σύγχρονη έκδοση Μιλάνο 1999
- Ecclesiasticum Cantionum quatuor vocum omnibus sanctorum solemnitatibus deservientium. Liber primus, για το εκκλησιαστικό όργανο, Βενετία 1576
- Psalmi Davidici, qui poenitentiales nuncupantur, tum omnis generis instrumentorum, um ad vocis modulationem accommodati, sex vocum, Βενετία 1583
- Οιδίπους Τύραννος (Chori in musica… sopra li chori della tragedia di Edipo tiranno, recitati in Vicenza l'anno 1585, con solennissimo apparato) , Βιτσέντσα 1585
- Κοντσέρτα του Αντρέα και του Τζίο. Γκαμπριέλι, Βενετία 1587
- Chori in musica composti sopra li chori della tragedia di Edippo Tiranno: recitati in Vicenza l'anno MDLXXXV, Βενετία 1588
- Το Τρίτο Βιβλίο Μαδριγαλίων για 5 Φωνές, με αρκετά του Τζιοβάνι Γκαμπριέλι, Βενετία 1589
- Μαδριγάλια και Ριτσερκάρι για 4 Φωνές, Βενετία 1589-90
- Le composizioni vocali di Andrea Gabrieli in intavolature per tastiera e liuto, σύγχρονη έκδοση Μιλάνο 1993/1999
- Magnificat, για 3 χορωδίες
- Ελληνικά και Ιουστινιάνεια για 3 Φωνές Βιβλίο Πρώτο, ασματικές συνθέσεις σε μικτή διάλεκτο ελληνικών, ενετικών και δαλματικών
Επίσης 110 μοτέτα, περίπου, για 4 έως 12 φωνές
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb131827673. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118689061. Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2015.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 Ιστορικό Αρχείο Ρικόρντι. 9138. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2020.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2014.
- ↑ «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Andrea-Gabrieli. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb131827673. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ CONOR.SI. 36628323.
- ↑ Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2019.
- ↑ Ανακτήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 2021.
- ↑ 10,0 10,1 10,2 10,3 Bryant
- ↑ 11,0 11,1 11,2 ΠΛΜ
- ↑ 12,0 12,1 Arnold
- ↑ 13,0 13,1 13,2 13,3 Bompiani, 136
- ↑ https://www.britannica.com/biography/Andrea-Gabrieli
- ↑ http://imslp.org/wiki/Category:Gabrieli,_Andrea
- ↑ http://www.treccani.it/enciclopedia/andrea-gabrieli_(Dizionario-Biografico)/
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D. C. L (Oxford, 1880)
- Baker’s biographical dictionary of musicians, on line
- Rob. Eitner, Biographisch-bibliographisches Quellen-LexiKon, on line
- Kennedy, Michael Λεξικό Μουσικής της Οξφόρδης (Oxford University Press Αθήνα: Γιαλλέλης, 1989) ISBN 960-85226-1-7
- Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα (ΠΛΜ), έκδοση 1996, τόμος 17, σ. 398
- Enciclopedia Bompiani-Musica, Milano (εκδ. ΑΛΚΥΩΝ, 1985)
- Eric BlomThe New Everyman Dictionary of Music (Grove Weidenfeld, N. York, 1988)
- Denis Arnold, "Andrea Gabrieli," in The New Grove Dictionary of Music and Musicians, ed. Stanley Sadie. 20 vol. London, Macmillan Publishers Ltd., 1980. ISBN 1-56159-174-2
- David Bryant: "Andrea Gabrieli", Grove Music Online, ed. L. Macy